Εργασιακές σχέσεις: Όλα τα δικαιώματα μίας εργαζόμενης μητέρας πριν και μετά τον τοκετό

2022-08-28

Δικαιώματα εγκύων και τεκουσών γυναικών. Η άδεια τοκετού και λοχείας, η άδεια φροντίδος παιδιού, η ειδική εξάμηνη άδεια, Γονική άδεια, Προστασία κατά της καταγγελίας, Ίση μεταχείριση κλπ.

Α. Η άδεια τοκετού και λοχείας

1. Η συνολική διάρκεια της αδείας μητρότητάς των γυναικών που απασχολούνται σε οποιονδήποτε εργοδότη όλης της Χώρας, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, είναι από 1-1-2000 δεκαεπτά εβδομάδες, σύμφωνα με το άρθρο 7 της από 23-5-2000 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας. Όπως αναφέρεται στην διάταξη αυτή, από το διάστημα αυτό, οκτώ (8) εβδομάδες θα χορηγούνται υποχρεωτικώς πριν από την πιθανή ημερομηνία του τοκετού (άδεια τοκετού) και οι υπόλοιπες εννέα (9), μετά τον τοκετό (άδεια λοχείας). Τις διατάξεις της ΕΓΣΣΕ 

Με την παραπάνω διάταξη δημιουργείται αφ' ενός μεν υποχρέωση του εργοδότου να χορηγήσει άδεια προ και μετά τον τοκετό, αφ' ετέρου δε δικαίωμα της μισθωτού να ζητήσει και να λάβει την άδεια αυτή προ και μετά τον τοκετό.

Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της αδείας θα χορηγείται υποχρεωτικά μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλίζεται χρόνος συνολικής αδείας δέκα επτά (17) εβδομάδων.

Σε περίπτωση πραγματοποιήσεως του τοκετού σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί (και βάσει του οποίου είχε χορηγηθεί η προ του τοκετού άδεια) η άδεια παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς η παράταση αυτή να συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση της αδείας που η μισθωτός δικαιούται να λάβει μετά τον τοκετό.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση δηλαδή, η συνολική άδεια τοκετού υπερβαίνει τις 17 εβδομάδες. Στην απέχουσα λόγω ασθενείας μέχρι του τοκετού (επί 8 εβδομάδες) δεν οφείλεται και άδεια τοκετού. 

Την άδεια λοχείας δικαιούται και η γυναίκα της οποίας το τέκνο γεννήθηκε νεκρό ή πέθανε μετά τον τοκετό 

2. Παροχές από τον εργοδότη, το ΙΚΑ και τον ΟΑΕΔ. Κατά το διάστημα της απουσίας της λόγω τοκετού, η γυναίκα δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη της τις αποδοχές 15 μεν ημερών, εάν δεν είχε συμπληρώσει έτος υπηρεσίας, ενός δε μηνός εάν είχε συμπληρώσει έτος υπηρεσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 657 και 658 ΑΚ. Εννοείται ότι τις αποδοχές αυτές δικαιούται να λάβει εφ' όσον δεν είχε εξαντλήσει, για άλλο αναίτιο κώλυμα, το δικαίωμα λήψεως των αποδοχών αυτών για το συγκεκριμένο εργασιακό έτος. Είναι διαφορετικό το κώλυμα του τοκετού-λοχείας (που αποτελεί ένα και το αυτό κώλυμα - άδεια μητρότητάς) από το κώλυμα της ασθενείας

Από τις αποδοχές αυτές ο εργοδότης δικαιούται να αφαιρέσει («εκπέσει») ό,τι η μισθωτός έλαβε εξ αιτίας του τοκετού, δυνάμει υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως. Αφαιρείται ολόκληρο το καταβληθέν για το συγκεκριμένο διάστημα από τον ασφαλιστικό Οργανισμό ποσόν, δηλαδή και εκείνο που αντιστοιχεί στις μη εργάσιμες ημέρες του διαστήματος

Εάν η μισθωτός δεν δικαιούται να λάβει παροχές από τον φορέα υποχρεωτικής ασφαλίσεως, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να της καταβάλει ολόκληρες τις αποδοχές των 15 ημερών ή του ενός μηνός.

Για το διάστημα των 15 ημερών ή του 1 μηνός (κατά τις ανωτέρω διακρίσεις) ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει προς το ΙΚΑ ή άλλο φορέα κυρίας ασφαλίσεως, καθώς και προς το ΕΤΕΑΜ ή άλλο φορέα επικουρικής ασφαλίσεως, τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές, υπολογιζόμενες στο σύνολο των αποδοχών που συνήθως καταβάλλει στην μισθωτό, και όχι μόνον επί του ποσού που απομένει μετά την αφαίρεση των ποσών που καταβλήθηκαν από τον ασφαλιστικό Οργανισμό 

θεσπίζεται η μείωση κατά 50% των εισφορών κλάδου συντάξεως που βαρύνουν τις μητέρες ασφαλισμένες όλων των φορέων ασφαλίσεως αρμοδιότητάς Υπ. Απασχολ. και Κοιν. Προστασίας, για τούς πρώτους 12 μήνες που έπονται της γεννήσεως κάθε παιδιού.

  • Από το ΙΚΑ η γυναίκα δικαιούται επιδόματος μητρότητάς (από την πρώτη ημέρα απουσίας της) ίσο με το 50% του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως στην οποία εμπίπτει ο μέσος όρος αποδοχών της των τελευταίων 30 ημερών εργασίας του ημερολογιακού έτους πριν από την πιθανή ημέρα τοκετού. Το βασικό αυτό επίδομα προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε συντηρούμενο μέλος οικογενείας. Προϋπόθεση καταβολής είναι να απέχει η γυναίκα από την εργασία της. 
  • Η καταβολή του επιδόματος μητρότητάς δεν εξαρτάται από την χρονική διάρκεια της εγκυμοσύνης, ούτε από την γέννηση ζωντανού ή μη εμβρύου ή την επιβίωση του γεννηθέντος 
  • Επίσης η γυναίκα ασφαλισμένη στο ΙΚΑ δικαιούται να λάβει από τον ΟΑΕΔ τη διαφορά μεταξύ των τακτικών της αποδοχών και των επιδομάτων μητρότητάς που έλαβε ή δικαιούται να λάβει από το ΙΚΑ, για το διάστημα που δεν λαμβάνει αποδοχές από τον εργοδότη της. 
  •  Ο χρόνος επιδοτήσεως από τον ΟΑΕΔ λογίζεται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του κλάδου συντάξεως ΙΚΑ. Τις αναλογούσες εισφορές καταβάλλει στο ΙΚΑ ο ΟΑΕΔ. 

Για τις παροχές μητρότητάς από τούς ασφαλιστικούς Οργανισμούς και από τον ΟΑΕΔ και για την καταβολή των επιδομάτων μητρότητάς εφαρμόζονται οι διατάξεις περί διαδοχικής ασφαλίσεως.

Β. Η άδεια φροντίδας παιδιού

  • 1. Μείωση ωραρίου. Βάσει του άρθρου 6 της από 15-4-2002 ΕΓΣΣΕ (ΔΕΝ 2002 σελ. 600), όπως ερμηνεύθηκε (ΔΕΝ 2002 σελ. 824) και όπως τελικώς τροποποιήθηκε με την ΕΓΣΣΕ 24-5-2004 (ΔΕΝ 2004 σελ. 821), οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται για τον θηλασμό και τις αυξημένες φροντίδες για την ανατροφή του παιδιού, είτε να διακόπτουν την εργασία τους για μία ώρα κάθε ημέρα, είτε να προσέρχονται αργότερα, είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα, για χρονικό διάστημα 2,5 ετών από της λήξεως της αδείας λοχείας. Κατόπιν συμφωνίας των μερών, η μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να ορίζεται σε δύο ώρες ημερησίως, επί ένα έτος μετά την λήξη της αδείας λοχείας και εν συνεχεία επί 1 ώρα για 6 επί πλέον μήνες. Αν γίνει χρήση της εξαμήνου αδείας, για τον υπολογισμό του υπολοίπου χρόνου αδείας φροντίδας παιδιού, θεωρείται ότι κατά το εξάμηνο η γυναίκα έκανε χρήση μιας (και όχι δύο ωρών. Η άδεια φροντίδας παιδιού αρχίζει, όπως ήδη ελέχθη, από την λήξη της αδείας λοχείας 
  • Την μείωση του ωραρίου δικαιούται και η απασχολουμένη με εκ περιτροπής εργασία, δηλαδή επί ολιγότερες ημέρες την εβδομάδα, αλλά με πλήρες ωράριο ημερησίως, Το Υπ. Εργασίας δέχεται ότι δικαίωμα αναλόγως μειωμένου ωραρίου έχει και η απασχολουμένη με μειωμένο ημερήσιο ωράριο.
  • Την άδεια απουσίας για τη φροντίδα του παιδιού μπορεί να ζητήσει εναλλακτικά ο πατέρας, εάν δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα. Προϋπόθεση λήψεως της αδείας αυτής από τον άνδρα είναι να έχει το σχετικό δικαίωμα η γυναίκα και να μη το ασκεί 
  • Η άδεια χορηγείται για την φροντίδα του παιδιού και είναι ακριβώς η ίδια, από απόψεως χρονικής διαρκείας, και όταν η μητέρα έχει αποκτήσει δίδυμα ή και τρίδυμα, αφού στη διάταξη δεν γίνεται σχετική διάκριση. 
  • Εάν κατά την διάρκεια της αδείας αυτής η μητέρα περιέλθει εκ νέου σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η χορηγηθείσα για το πρώτο παιδί άδεια φροντίδας θα διαρκέσει μέχρι να λάβει η γυναίκα την άδεια τοκετού και λοχείας (17 συνολικώς εβδομάδες), μετά δε από την λήξη της αδείας λοχείας και την επιστροφή της στον εργοδότη, θα χορηγηθεί άδεια φροντίδας για το νέο πλέον παιδί, η οποία θα διαρκέσει επί χρονικό διάστημα 30 ή 18 επίσης μηνών, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, υπολογιζόμενο από το χρονικό σημείο της λήξεως της αδείας λοχείας που έλαβε για το νέο παιδί.
  • Από 1-1-2000 το δικαίωμα διακοπής της εργασίας η καθυστερημένης προσελεύσεως ή προώρου αποχωρήσεως της μητέρας (ή εναλλακτικά του πατέρα) έχουν και οι θετοί γονείς παιδιών ηλικίας έως έξη ετών. Επίσης, οι άγαμοι γονείς.

Παρά την απουσία τους λόγω αδείας «θηλασμού», οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται πλήρεις τις αποδοχές τους . Δικαιούνται να λάβουν και για την ώρα απουσίας την προσαύξηση 75% (αν ως εκ της φύσεως της επιχ/σεως απασχολούνται κατά Κυριακή καθώς και την προσαύξηση 25% για νύκτα κλπ.

  • 2. Ισόχρονη άδεια. Με το άρθρο 9 της ισχυούσης από 24-5-2004 ΕΓΣΣΕ  υπάρχει δυνατότητα, εφ' όσον συμφωνεί ο εργοδότης, να ληφθεί το μειωμένο ωράριο ως ίσου χρόνου συνεχόμενη άδεια με αποδοχές. Με την αποφ. 10/10 Ολομ. του Αρείου Πάγου έγινε δεκτό ότι η συμφωνία του εργοδότου συνιστά άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και ελέγχεται κατ' άρθρο 281 ΑΚ, και όχι «φυσική ευχέρεια» 

Για την μετατροπή των ωρών, κατά τις οποίες η τεκούσα έχει δικαίωμα να απέχει από την εργασία της μετά τον τοκετό, σε συνεχές χρονικό διάστημα, αφαιρούνται από το συγκεκριμένο συνολικό χρονικό διάστημα των 2,5 ετών (ωράριο μειωμένο κατά 1 ώρα) τα διαστήματα της κανονικής αδείας (των 2 ετών), οι Κυριακές και, επί πενθημέρου, και τα Σάββατα, καθώς και οι εξαιρετέες εορτές (εφ' όσον κατά τα συγκεκριμένα έτη δεν συμπίπτουν με Σάββατο ή Κυριακή). Επίσης αφαιρούνται και οι ώρες που αντιστοιχούν σε τυχόν άλλες άδειες που εμπίπτουν στο συγκεκριμένο διάστημα των 2,5 ετών, όπως π.χ. είναι η διαρκείας 4 τουλάχιστον μηνών γονική άδεια την οποία η μητέρα έλαβε ή θα λάβει μετά από την λήξη της αδείας λοχείας, καθώς, και η εξάμηνη ειδική άδεια μητρότητάς. Επίσης, αν η μητέρα περιήλθε εκ νέου εις κατάστασίν εγκυμοσύνης και η άδεια τοκετού και λοχείας εμπίπτει στο διάστημα των 30 μηνών, αφαιρείται και το διάστημα της αδείας αυτής.

Ο αριθμός των ημερών (και συνεπώς και των ωρών - μία καθ' ημέραν) που προκύπτει διαιρείται δια 8 (όσο το ωράριο επί πενθημέρου). Το πηλίκον της διαιρέσεως αποτελεί τον αριθμό των εργασίμων ημερών που δικαιούται να λάβει η συγκεκριμένη τεκούσα.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεδομένου ότι ο υπολογισμός λαμβάνει υπ' όψη τη συγκεκριμένη εκάστοτε περίπτωση, το ανωτέρω διάστημα δεν είναι πάντοτε 3,5 μήνες, όπως κακώς απαιτεί ο ΟΑΕΔ για να προβεί στην επιδότηση. Ούτε ο νόμος, ούτε η απόφαση (ΔΕΝ 2008 σ. 435, 683) κάνουν λόγο για 3,5 μήνες. Το «3,5» αναφέρεται μόνον στην Εγκύκλιο του ΟΑΕΔ - ΔΕΝ 2008 σελ. 685.

Είναι δυνατή, κατόπιν συμφωνίας με τον εργοδότη, η χρήση του μειωμένου ωραρίου κατά ένα μέρος ως συνεχούς αδείας και κατά το υπόλοιπο σε ώρες, για το απομένον διάστημα.

  • Με τον ανωτέρω τρόπο γίνεται ο υπολογισμός και όταν χορηγείται κατόπιν συμφωνίας στην μητέρα, 1 ολόκληρη ημέρα (την εβδομάδα κλπ.) αντί της καθημερινής μειώσεως του ωραρίου (ανά 8 ημέρες 1 ημέρα, αντί μειώσεως του ωραρίου κατά 1 ώρα επί 30 μήνες - βλ. ΔΕΝ 2012 σελ. 415).
  • Η άδεια φροντίδας παιδιού, συνισταμένη σε μείωση του ωραρίου εργασίας, χορηγείται για συγκεκριμένο σκοπό και προϋποθέτει την παροχή εργασίας από την μητέρα. Συνεπώς παύει να οφείλεται, και δεν μετατρέπεται σε χρηματική αξίωση, όταν η σύμβαση εργασίας λυθεί καθ' οιονδήποτε τρόπον. Εξυπακούεται ότι εάν εν συνεχεία η μητέρα αναλάβει εργασία σε άλλον εργοδότη, δικαιούται να κάνει χρήση της αδείας αυτής για το απομένον, μέχρι τη συμπλήρωση των 30 ή των 18 μηνών από της λήξεως της λοχείας, διάστημα. Αν η γυναίκα έχει ζητήσει και έχει λάβει από τον πρώτο της εργοδότη την άδεια ανατροφής σε συνεχές χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας αμοιβή για το διάστημα αυτό, δεν δικαιούται να ζητήσει από τον (τυχόν) δεύτερο εργοδότη να απασχολείται επί λιγότερο χρόνο ημερησίως, αφού έχει ήδη εξαντλήσει το σχετικό δικαίωμά της. Αν αντιθέτως έχει λάβει μέρος μόνο του συνεχούς χρονικού διαστήματος, τότε μπορεί να κάνει χρήση του υπολοίπου διαστήματος στον (τυχόν) δεύτερο εργοδότη, είτε σε συνεχείς ημέρες, εάν συμφωνεί ο νέος εργοδότης, είτε για 1 ώρα επί όσες ημέρες απομένουν μέχρι να συμπληρωθούν τα διαστήματα που προαναφέραμε. Για τον σκοπό αυτό, στα πλαίσια της καλής πίστεως, η εργαζομένη δικαιούται να ζητήσει και ο παλαιός εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει σχετική βεβαίωση. 

Γ. Η ειδική εξάμηνη άδεια

Με το άρθρο 142 του ασφαλιστικού Ν. 3655/08 καθιερώθηκε ως «ειδική παροχή προστασίας μητρότητάς» το δικαίωμα της τεκούσης γυναίκας, ασφαλισμένης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και εργαζομένης με σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, να ζητήσει και να λάβει από τον εργοδότη της «ειδική άδεια προστασίας μητρότητας έξη μηνών». Ο νόμος καθορίζει επακριβώς το χρονικό σημείο λήψεως της αδείας αυτής· Πρόκειται για την λήξη της αδείας λοχείας και της τυχόν χορηγηθείσας ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο αδείας.

Αν δεν κάνει χρήση της ισόχρονης προς την διάρκεια του μειωμένου ωραρίου αδείας η μητέρα, τότε δικαιούται να λάβει την εξάμηνη άδεια αμέσως μετά από την λήξη της αδείας λοχείας, στην συνέχεια δε να λάβει και το μειωμένο ωράριο για τον υπόλοιπο μέχρι τούς 30 μήνες από της λήξεως της λοχείας χρόνο.

 Στην απόφαση ορίζεται ως έναρξη της εξαμήνου ειδικής αδείας η επομένη της λήξεως της αδείας μητρότητάς (τοκετού και λοχείας) ή της λήξεως της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο αδείας (χορηγηθείσας αμέσως μετά από την άδεια λοχείας) ή η επομένη της λήξεως της κανονικής ετησίας αδείας που τυχόν έλαβε η μητέρα (εφ' όσον βάσει του νόμου υπήρχε υποχρέωση του εργοδότου), μετά από την άδεια μητρότητάς ή και την ισόχρονη άδεια).

Δ. Γονική άδεια

  • Για την γονική άδεια ανατροφής, την οποία δικαιούνται όλοι οι γονείς στο χρονικό διάστημα από την λήξη της αδείας μητρότητάς μέχρι το παιδί να συμπληρώσει τα 6 έτη, διαρκεί δε 4 τουλάχιστον μήνες για κάθε γονέα και είναι άδεια άνευ αποδοχών

Ε. Προστασία κατά της καταγγελίας

  •  Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζομένης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία. Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται, χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού, πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό ή τον μεγαλύτερο χρόνο που προβλέπεται στην παρούσα, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων.

Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη».

Αφετηρία της προστασίας των τεκουσών κατά της απολύσεως είναι η ημέρα του τοκετού. Η προθεσμία αρχίζει από της επομένης ημέρας του τοκετού.

Είχε προβλεφθεί ότι η χορήγηση της 6μηνου ειδικής αδείας έχει ως συνέπεια την παράταση του διαστήματος προστασίας κατά 3 μήνες (βλ. ήδη ανωτέρω - 18 μήνες για κάθε περίπτωση).

Όπως προκύπτει από τη διάταξη, η προστασία κατά της απολύσεως ισχύει για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου. Στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου η προστασία ισχύει μόνον μέχρι του χρόνου συμβατικής λήξεως της ορισμένου χρόνου σχέσεως. Η προστασία δεν ισχύει μετά από την νόμιμη λήξη της συμβάσεως ορισμένου χρόνου, έστω και αν παρέχεται εργασία βάσει αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων.

Η προστασία κατά της απολύσεως έχει εφαρμογή και επί ακύρου συμβάσεως. Οφείλονται και μισθοί υπερημερίας παρά την ακυρότητα.

Προστατεύεται και η γυναίκα της οποίας το τέκνο εγεννήθει νεκρό η απεβίωσε μετά τον τοκετό.

Η προστασία κατά της καταγγελίας δεν ισχύει επί υιοθεσίας τέκνου, ούτε επί αποβολής του εμβρύου, αφού δεν υπάρχει «τοκετός».

*

Η απαγόρευση της καταγγελίας ισχύει ανεξαρτήτως της γνώσεως του εργοδότου περί της εγκυμοσύνης και ανεξαρτήτως της γνώσεως ακόμη και της ιδίας της εγκύου

Οπως έκρινε η Εφ. Λαρ. 458/2002 δεν επιτρέπεται η με ΥΑ θέσπιση δυνατότητος απολύσεως εργαζομένων που ευρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης η λοχείας (εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος), ούτε η ερμηνεία της κανονιστικής πράξεως κατά τρόπον άγοντα εις το αποτέλεσμα αυτό. Επίσης με την ΑΠ 37/2004 - ΔΕΝ 2004 σελ. 962 εκρίθει ότι αντίκειται στην αρχή της ισότητάς των φύλων η απομάκρυνση εργαζομένης από θέση προϊσταμένης, αποκλειστικώς και μόνον λόγω εγκυμοσύνης και τοκετού.

Η κατά παράβασίν του νόμου επιχειρηθείσα καταγγελία θεωρείται ως μη γενομένη κατά τα άρθρα 3, 174 και 180 του Αστικού Κώδικος και ο εργοδότης περιέρχεται σε υπερημερία. Σημειώνουμε ότι η καταβολή εκ μέρους του εργοδότου των αποδοχών των 18 μηνών (διάστημα προστασίας) στην απολυομένη, δεν καθιστά έγκυρη την καταγγελία ούτε αίρει την υπερημερία του εργοδότου. Η μη γνωστοποίηση ή η καθυστερημένη γνωστοποίηση της εγκυμοσύνης στον εργοδότη δεν καθιστά καταχρηστική την αξίωση καταβολής μισθών υπερημερίας.

Δεδομένου ότι οι διατάξεις περί προστασίας της εγκύου και τεκούσης είναι δημοσίας τάξεως, δεν δύναται να αποκλεισθεί η εφαρμογή τους δια της ιδιωτικής βουλήσεως. Είναι απολύτως άκυρη κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότου και μισθωτού περί μη εφαρμογής των προστατευτικών αυτών διατάξεων, καθώς και κάθε συμφωνία με άλλο αντικείμενο, η οποία όμως τείνει ή άγει στο ίδιο αποτέλεσμα (σύμβαση προς καταστρατήγησιν του νόμου). Επίσης είναι απολύτως άκυρη η παραίτηση της γυναίκας από την προστασία αυτή, καθώς και η ανάληψη υποχρεώσεως οικειοθελούς αποχωρήσεώς της από την εργασία ή η εκ μέρους της ανάληψη υποχρεώσεως καταβολής αποζημιώσεως ή ορισμένου ποσού ως ποινής, αν μελλοντικώς περιέλθει σε κατάσταση εγκυμοσύνης.

Κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Ν. 3896/10, ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθει την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης η μητρότητάς.

Για την υποχρέωση η μη της υπό πρόσληψίν γυναίκας να δηλώσει αν είναι έγκυος, δεν υπάρχει κατά νόμον καθήκον της εργαζομένης να αποκαλύψει στον εργοδότη την εγκυμοσύνη της.

Ως σπουδαίος λόγος για την καταγγελία θεωρούνται ένα ή περισσότερα περιστατικά τα οποία κατ' αντικειμενική κρίση καθιστούν, κατά την συναλλακτική καλή πίστη, μη ανεκτή για τον εργοδότη την εξακολούθηση της εργασιακής σχέσεως, ανεξαρτήτως από την ύπαρξη ή ανυπαρξία πταίσματος του απολυομένου. Η καλή πίστη δεν απαιτεί την με κάθε τίμημα και θυσία ανοχή της εργαζομένης εγκύου ή τεκούσης, αλλά θέτει ορισμένα όρια ανοχής, η υπέρβαση των οποίων δικαιολογεί την απαλλαγή από την συμβατική δέσμευση. Σπουδαίο λόγο αποτελεί η ουσιώδης παράβαση των υποχρεώσεων, χωρίς να απαιτείται αναγκαίως και υπαιτιότητα.

Σπουδαίο λόγο αποτελεί και η μη συμμόρφωση της μισθωτού προς τις οδηγίες του εργοδότου, η αμελής ή πλημμελής και μη προσήκουσα εκτέλεση της εργασίας, και η επανειλημμένη απουσία από την εργασία και η διακοπή της λειτουργίας της επιχ/σεως 

Σπουδαίο λόγο επίσης, αποτελεί και η ύπαρξη ψυχικών προβλημάτων που καθιστούν αδύνατη την άσκηση των καθηκόντων της εγκύου η της τεκούσης. Και η άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητος ομοίας και ανταγωνιστικής προς εκείνην του εργοδότου, από τον σύζυγο της εγκύου (ΑΠ 1177/98 - ΔΕΝ 1999 σελ. 284).

Δεδομένου ότι εν περιπτώση τακτικής καταγγελίας (μετά προειδοποίησίν), χρονικό σημείο της καταγγελίας αποτελεί ο χρόνος της προειδοποιήσεως, δεν προστατεύεται η περιελθούσα σε κατάσταση εγκυμοσύνης μετά από το χρονικό σημείο της προειδοποιήσεως . Επίσης επειδή επί τακτικής καταγγελίας, «καταγγελία» αποτελεί η προειδοποίηση, δεν επιτρέπεται κατά την διάρκεια της προστασίας της εγκύου ή τεκούσης ούτε η προειδοποίηση καταγγελίας.

Ο εργοδότης που καταγγέλλει τη σύμβαση εγκύου, λεχούς η γαλουχούσης για σπουδαίο λόγο, υποχρεούται να αιτιολογήσει την καταγγελία γραπτώς και να προβεί σε κοινοποίηση στην Επιθεώρηση Εργασίας . Στην πράξη, η αιτιολογία αναφέρεται στο Εγγραφο της καταγγελίας το οποίο κοινοποιείται στην Επιθεώρηση Εργασίας.


Και η έγκυος μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να τεθεί σε διαθεσιμότητα Μπορεί επίσης να τεθεί σε εκ περιτροπής εργασία, υπό τις προϋποθέσεις του νόμου και εφ' όσον το δικαίωμα ασκείται εντός των ορίων.

ΣΤ. Χρόνος υπηρεσίας

Ο χρόνος της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία προ και μετά τον τοκετό θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας και συνυπολογίζεται για τη χορήγηση των επιδομάτων (δώρων) εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα

Δεν συνυπολογίζονται όμως και τα διαστήματα αδείας άνευ αποδοχών, όπως είναι η γονική άδεια και το εξάμηνο της ειδικής αδείας μητρότητάς 

Ζ. Ίση μεταχείριση κλπ.

Τέλος με το άρθρο 3 του Ν. 3896/10 (με τον οποίο (αρθρ. 20) καταργείται ο Ν. 3488/06), « Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών κλπ.» ορίζεται (παρ. 1) ότι απαγορεύεται κάθε μορφής άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου, σε συσχετισμό ιδίως με την οικογενειακή κατάσταση (...).

Στην παρ. 1 του άρθρου 20 ορίζονται τα εξής:

«1. Δεν θίγονται με τον παρόντα νόμο ειδικές διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών που ρυθμίζουν θέματα προστασίας της εγκυμοσύνης και της μητρότητας ή την προστασία της πατρότητας ή την προστασία της οικογενειακής ζωής».

Επίσης στην παρ. 2 του ιδίου άρθρου ορίζονται τα εξής:

«2. Ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας.

Σε εργασίες όπου για την πρόσληψη απαιτείται η προσκόμιση ιατρικής βεβαίωσης, η έγκυος προσλαμβάνεται χωρίς την ιατρική αυτή βεβαίωση, εφόσον οι ιατρικές εξετάσεις που απαιτούνται είναι επικίνδυνες για την υγεία της ίδιας ή του εμβρύου. Στην περίπτωση αυτή, η προσκόμιση της ιατρικής βεβαίωσης γίνεται μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του ΠΔ 176/97 (ΦΕΚ 150 Α') και του ΠΔ 41/03 (ΦΕΚ 44 Α')».

Στο άρθρο 16 του νόμου αυτού ορίζονται τα εξής:

«Η εργαζόμενη που έχει λάβει την εκάστοτε ισχύουσα άδεια μητρότητάς ή την ειδική άδεια του άρθρου 142 του Ν. 3655/08 δικαιούται, μετά το πέρας των αδειών αυτών, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε ισοδύναμη θέση, με όχι λιγότερο ευνοϊκούς επαγγελματικούς όρους και συνθήκες, και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα εδικαιούτο κατά την απουσία της».

Κατά την παρ. 3 του άρθρου 20 «η προστασία του άρθρου 16 ισχύει και για τούς εργαζόμενους που κάνουν χρήση οποιασδήποτε αδείας η οποία προβλέπεται για την γέννηση, ανατροφή ή υιοθεσία παιδιού». Τέλος στο άρθρο 18 του Ν. 3896/10 ορίζεται ότι «... συνιστά διάκριση και η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γονέων λόγω αδείας ανατροφής, φροντίδας, υιοθεσίας, αναδοχής παιδιού».