Τα βασικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε για την Κύρια σύνταξη του κάθε είδους.

2021-08-17
Για τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα υπάρχουν παρακάτω είδη κύριας σύνταξης:
  • Γήρατος 
  • Θανάτου 
  • Αναπηρίας η Ανικανότητας εργασίας  

Γήρατος

Για όλους τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα

Η σύνταξη λόγω γήρατος χορηγείται από τον e-ΕΦΚΑ με τη συμπλήρωση των οριζόμενων από τη νομοθεσία χρονικών και ηλικιακών προϋποθέσεων.

Γενικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης: 
α) Ελάχιστος χρόνος ασφάλισης 15 ετών και συμπλήρωση του 67ου της ηλικίας προκειμένου για πλήρη σύνταξη και του 62ου προκειμένου για μειωμένη σύνταξη . Στην περίπτωση της μειωμένης σύνταξης απαιτείται πρόσφατος ασφαλιστικός δεσμός

β) Συμπλήρωση 40 ετών ασφάλισης ( 12.000) ημερών και του 62ου της ηλικίας.

γ) Για τους υπαγόμενους στον Κανονισμό των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, απαιτείται η συμπλήρωση του 62ου και 4500 η.α. συνολικά και ειδικών προϋποθέσεων χρόνου ασφάλισης στον ΚΒΑΕ καθώς και με προϋποθέσεις ασφαλιστικού δεσμού ανάλογα με την ημερομηνία υπαγωγής στην ασφάλιση και τον φορέα υπαγωγής

Για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους πέραν των ανωτέρω γενικών προϋποθέσεων ισχύουν και οι ειδικότερες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης γήρατος που διαφοροποιούνται ανά ενταχθέντα φορέα ή το δημόσιο

Ποσό σύνταξης
Η σύνταξη λόγω γήρατος υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 28 του ν.4387/2016, όπως ισχύει, και αποτελείται από:

α) την εθνική σύνταξη
Η εθνική σύνταξη δεν χρηματοδοτείται από ασφαλιστικές εισφορές αλλά απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό και χορηγείται σε όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις. Το πλήρες ποσό ορίζεται σε 384 ευρώ μηνιαίως και καταβάλλεται ακέραιο εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης και επιπλέον 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα.

β. την ανταποδοτική σύνταξη
Υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές του ασφαλισμένου, δηλαδή τις αποδοχές επί των οποίων έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου και ειδικότερα από το έτος 2002 και μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης, το χρόνο ασφάλισής του και τα ισχύοντα κάθε φορά ποσοστά αναπλήρωσης.

Θανάτου

Δικαιούχα πρόσωπα:
Eπί θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου που έχει πραγματοποιήσει τον οριζόμενο ανά περίπτωση χρόνο ασφάλισης δικαιούχοι της σύνταξης είναι ο επιζών σύζυγος/μέλος συμφώνου συμβίωσης ,τα νόμιμα τέκνα και ο διαζευγμένος σύζυγος που πληρούν τις οριζόμενες από το νόμο προϋποθέσεις (άρθρο 12 του ν.4387/2016, όπως ισχύει)
Ποσοστά σύνταξης δικαιοδόχων:
α) Επιζών σύζυγος /μέλος συμφώνου συμβίωσης
70% της δικαιούμενης σύνταξης του θανόντα για τα πρώτα 3 έτη μετά το θάνατο. Το ποσοστό αυτό συνεχίζεται χορηγούμενο και μετά την πρώτη 3ετία εφόσον ο επιζών δικαιούχος δεν εργάζεται ή δεν λαμβάνει σύνταξη. Σε περίπτωση εργασίας ή λήψης σύνταξης το ποσοστό σύνταξης θανάτου μετά την πρώτη τριετία ανέρχεται στο 50% του πλήρους ποσού της σύνταξης θανάτου.β) Προστατευόμενα τέκνα

Το άγαμο τέκνο λαμβάνει σύνταξη θανάτου μέχρι το 24ο έτος. Τα ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία άγαμα παιδιά των οποίων η ανικανότητα επήλθε πριν τη συμπλήρωση του 24ου έτους συνεχίζουν να λαμβάνουν τη σύνταξη θανάτου και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους.

Το δικαιούμενο ποσό κάθε τέκνου ανέρχεται στο 25% της σύνταξης θανάτου. Επί περισσοτέρων του ενός τέκνων παιδιών το ποσό επιμερίζεται ισόποσα . Στην περίπτωση τέκνου ορφανού και από τους δύο γονείς, το οποίο δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς , χορηγείται το 50% των δικαιούμενων και από τους δύο γονείς συντάξεων.

Τα ορφανά τέκνα με βαριές αναπηρίες, που έχουν επέλθει πριν τη συμπλήρωση του 24ου έτους, δικαιούνται το σύνολο της σύνταξης που πραγματικά ελάμβανε ο θανών ή θα εδικαιούτο να λάβει με την προϋπόθεση ότι δεν εργάζονται ή δεν παίρνουν σύνταξη από δική τους εργασία.

γ) Διαζευγμένος σύζυγος
Ο διαζευγμένος σύζυγος δικαιούται ποσοστό της σύνταξης του θανόντα εφόσον πληροί αθροιστικά τις οριζόμενες από το νόμο προϋποθέσεις (περ.Γ παρ. Α του άρθρου 12 του ν.4387/2016).

Λήξη δικαιώματος σύνταξης θανάτου

Το δικαίωμα λήγει με το θάνατο του δικαιούχου ή με την τέλεση γάμου και στην περίπτωση των παιδιών με την συμπλήρωση του 24ου έτους.

Αναπηρίας ή Ανικανότητας εργασίας

Ο E-ΕΦΚΑ χορηγεί σε συνταξιούχους του σύνταξη:

α) Λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο σε ασφαλισμένους/ες του ιδιωτικού τομέα εφόσον πληρούν τις κατά νόμο προϋποθέσεις των εντασσόμενων στον e-ΕΦΚΑ φορέων.

β) Λόγω αναπηρίας από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια σε ασφαλισμένους/ες του ιδιωτικού τομέα με ελάχιστο χρόνο μια μέρα ασφάλισης και κατώτατο ποσό σύνταξης το διπλάσιο του ποσού της εθνικής σύνταξης για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή 768 ευρώ (άρθρο 31 παρ. 2 του ν.4387/2016).

γ) Λόγω απόλυσης για σωματική ή διανοητική ανικανότητα η οποία δεν οφείλεται στην Υπηρεσία σε πολιτικούς ή στρατιωτικούς υπαλλήλους του Δημόσιου τομέα οι οποίοι έχουν πενταετή τουλάχιστον πραγματική συντάξιμη υπηρεσία (αρ.1 και αρ.26 του ΠΔ 169/2007).

δ) Με βάση τις παθήσεις που περιλαμβάνονται στο ν.612/1977 και στις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν, για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος απαιτείται η συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης ή 4.050 η.α. προκειμένου για μισθωτούς, ενώ το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται για 35 έτη ασφάλισης (ή 10.500 η.α.).

Η ανικανότητα βεβαιώνεται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά.

Οι αιτήσεις για απονομή σύνταξης λόγω αναπηρίας υποβάλλονται υποχρεωτικά με ηλεκτρονικό τρόπο, κατόπιν ταυτοποίησης, στον δικτυακό τόπο του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), (παρ.1, αρ.17, ν.4670/2020, Α' 43).

Παράλληλη και Διαδοχική ασφάλιση

Παράλληλη ασφάλιση
Παράλληλη ασφάλιση υφίσταται όταν ένας ασφαλισμένος ασφαλίστηκε μέχρι 31.1.22016 σε περισσότερους από ένα ασφαλιστικούς φορείς είτε λόγω ιδιότητας είτε επειδή ασκούσε ταυτόχρονα περισσότερες της μιας δραστηριότητες και κατέβαλε σε κάθε φορέα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές .

Για τους ασφαλισμένους με παράλληλη ασφάλιση που συνταξιοδοτούνται από 1.1.2017 και εφεξής προβλέπεται χορήγηση προσαύξησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36α του ν.4387/2016 για τον παράλληλο χρόνο που δεν λαμβάνεται υπόψη για τη χορήγηση εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης .

Παράλληλη απασχόληση
Ο ασφαλισμένος του e- ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και εφεξής , ακόμα και αν ασκεί περισσότερες της μιας επαγγελματικές δραστηριότητες έχει ένα ενιαίο χρόνο ασφάλισης που μπορεί να ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 36 Α του ν.4387/2016.

Διαδοχική ασφάλιση
Ο ασφαλισμένος που κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου έχει ασφαλιστεί διαδοχικά σε περισσότερους από έναν φορείς που εντάχθηκαν τον e-ΕΦΚΑ, μπορεί να ζητήσει τη συνταξιοδότησή του με βάση τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4387/2016 όπως ισχύει.

Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο καθορίζει τη διαδικασία εύρεσης των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων (ήτοι ο «αρμόδιος» φορέας με τις προϋποθέσεις του οποίου θα χορηγηθεί η σύνταξη). Για να καθοριστεί ο τελευταίος φορέας ως «αρμόδιος» θα πρέπει ο ασφαλισμένος να έχει σε αυτόν 1000 ημέρες ασφάλισης από τις οποίες οι 300 την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της ασφάλισής του ή πριν την αίτηση συνταξιοδότησης.

Εάν δεν πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η αίτηση συνταξιοδότησης εξετάζεται με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου φορέα στον οποίο έχει τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης. Αφού προσδιοριστεί λοιπόν, ο «αρμόδιος φορέας», όλος ο διαδοχικός χρόνος ασφάλισης θα ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό των συνολικών χρόνων ασφάλισης. Ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης είναι ο αυτός που ισχύει και για τους ασφαλισμένους σε ένα φορέα, δηλαδή η σύνταξη υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 28 (και αρ. 99 για τον πρώην ΟΓΑ) του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν, και η οποία αποτελείται από ένα τμήμα εθνικής σύνταξης και ένα τμήμα ανταποδοτικής σύνταξης (άρθρο 19 του ν. 4387/2016)

ΠΡΟΣΟΧΗ: Σύνταξη με οφειλές στον e-ΕΦΚΑ

Οι ασφαλισμένοι μπορούν να πάρουν σύνταξη από τον e-ΕΦΚΑ ακόμη κι αν έχουν οφειλές συγκεκριμένου ύψους από τη μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στους φορείς στους οποίους ασφαλιζόταν λόγω εργασίας ή απασχόλησης. Το ύψος των οφειλών διαφοροποιείται ανά φορέα.

Το ποσό των οφειλών που μπορεί να εξοφληθεί μέσω της σύνταξης παρακρατείται σε έως 60 μηνιαίες δόσεις με κατώτατο ποσό δόσης τα 50 ευρώ.